Λιγότερα ΙΧ και ταξί στο κέντρο της Θεσσαλονίκης

Μείωση της κυκλοφορίας των ΙΧ κατά 12% στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και των ταξί κατά 15% στο διάστημα μεταξύ του 2009 και του πρώτου εξαμήνου του 2011 δείχνει πρόσφατη έρευνα για τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο κυκλοφοριακό και συνακόλουθα στην ατμοσφαιρική ρύπανση της πόλης, που δημοσιοποίησε ο δρ χημικός περιβαλλοντολόγος Κώστας Νικολάου.

«Η μείωση της κυκλοφορίας των ΙΧ και των ταξί καθορίζει σε αποφασιστικό βαθμό τα επίπεδα των ατμοσφαιρικών ρύπων στον αέρα των πόλεων και ιδίως των αιωρούμενων σωματιδίων και του διοξειδίου του αζώτου, τα οποία και αποτελούν και το μεγαλύτερο πρόβλημα αφού διαπιστώνονται υπερβάσεις των ορίων ποιότητας αέρα στις πόλεις», επισημαίνει ο κ. Νικολάου. Η ίδια έρευνα έδειξε ότι οι δύο αυτοί ρύποι μειώθηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με την κυκλοφορία. «Αυτό είναι αναμενόμενο, διότι μια έστω και μικρή μείωση της κυκλοφορίας οδηγεί σε βελτίωση των κυκλοφοριακών συνθηκών, με αποτέλεσμα τα οχήματα να εκπέμπουν σημαντικά λιγότερο», σημείωσε.

Τα λεωφορεία

Θα περίμενε κανείς ότι αυτή η μείωση της κυκλοφορίας των ΙΧ και των ταξί θα οδηγούσε σε αύξηση των μετακινήσεων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, υπογράμμισε ο κ. Νικολάου. Κι όμως, ούτε στην Ελλάδα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη, στη Θεσσαλονίκη ήταν ανεπαίσθητη η αύξηση της επιβατικής κίνησης των λεωφορείων του ΟΑΣΘ), ούτε σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις παρατηρήθηκε κάτι τέτοιο. Η οικονομική κρίση δεν έχει οδηγήσει σε ουσιαστική αύξηση της επιβατικής κίνησης των μέσων μαζικής μεταφοράς σε καμία σχεδόν πόλη. Στο Λονδίνο, η επιβατική κίνηση του μετρό έχει πτώση 6%, στο Παρίσι η RATP εμφανίζει πτώση 0,8%, στο Μιλάνο εμφανίζεται μείωση κατά 1,2%, ενώ στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη η πτώση της επιβατικής κίνησης των μέσων μαζικής μεταφοράς ξεπερνά το 10%.

«Η μείωση της κυκλοφορίας των ΙΧ και των ταξί οφείλεται συνολικά στη μείωση των μετακινήσεων των πολιτών ένεκα ανεργίας, στη μείωση των μετακινήσεων, που σχετίζονται με τις χαμένες θέσεις εργασίας, καθώς και στη μείωση των ''μη αναγκαίων'' μετακινήσεων (αγορές, ψυχαγωγία κ.τ.λ.)», σημείωσε ο κ. Νικολάου.

Η ρύπανση

Η προσωρινά εμφανιζόμενη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον αέρα των πόλεων μπορεί να δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η κρίση έχει θετικές επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα.

Οπως προειδοποιεί όμως ο κ. Νικολάου, τα οικονομικά δεδομένα είναι εξαιρετικά πιθανόν να οδηγήσουν σύντομα και σε ένα άλλο φαινόμενο: την κακή συντήρηση των οχημάτων ένεκα μειωμένων εισοδημάτων.

«Εκτεταμένες έρευνες έχουν δείξει ότι ακόμα και ένα μικρό ποσοστό (10% - 20%) των οχημάτων αν είναι κακοσυντηρημένο, δημιουργεί τη μισή ρύπανση του αέρα των πόλεων (δημιουργεί δηλαδή τόση ρύπανση, όση όλα τα άλλα καλοσυντηρημένα οχήματα μαζί). Σε αυτό το ενδεχόμενο, ακόμα και μια μεγάλη μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων μπορεί να συνοδεύεται με μεγάλη αύξηση των επιπέδων ρύπανσης του αέρα. Αυτό ήταν άλλωστε που συνέβαινε και στην περίοδο 1990 - 1995, όπου τα επίπεδα ρύπανσης ήταν πολύ υψηλότερα σε σχέση με σήμερα, ενώ κυκλοφορούσαν τα μισά οχήματα», επισήμανε ο κ. Νικολάου.

Η σημασία της δυνατότητας επίπτωσης της οικονομικής κρίσης στο να αλλάζει έως και να απειλεί την ίδια τη ζωή των κατοίκων των πόλεων προκύπτει αβίαστα από τη διαπίστωση ότι περισσότεροι από 1.000 πολίτες της Θεσσαλονίκης πεθαίνουν πρόωρα κάθε χρόνο, ένεκα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με βάση διεθνώς αποδεκτούς υπολογισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ενώ δύο και τρεις φορές περισσότερο ρυπασμένος είναι ο αέρας σε εσωτερικούς χώρους (σπίτια, χώρους εργασίας, αυτοκίνητα) σε σύγκριση με τον εξωτερικό αέρα (και εξαιτίας αυτού), γεγονός εξαιρετικά σημαντικό αφού τις περισσότερες ώρες της ημέρας βρισκόμαστε σε κλειστούς χώρους, τόνισε ο κ. Νικολάου.


«Η επιστροφή του οικονομικού επιπέδου ζωής μερικές δεκαετίες πίσω οδηγεί και σε επιστροφή της ποιότητας ζωής και της υγείας του πληθυσμού μερικές δεκαετίες πίσω επίσης», κατέληξε.
Πηγή: agelioforos.gr