γεννημένος στη Γερμανία Σπύρος Μαυρίδης, ο οποίος διοργανώνει τα τελευταία χρόνια, στη Σαμοθράκη, το Καποέιρα Κάμπινγκ- φέτος (4-8 Αυγούστου)- με συμμετοχές σχολών από τη Γερμανία, το Βέλγιο και διάφορες πόλεις της Ελλάδας.
Υπεύθυνος πωλήσεων σε έναν από τους μεγαλύτερους μουσικούς οίκους στην Ευρώπη, το Music Store Profesional, στην Κολωνία, ο Σπύρος ήρθε κοντά στην Καποέιρα, όταν παρακολούθησε τυχαία σόου δρόμου (Street Show), από μια ομάδα Βραζιλιάνων στο κέντρο της πόλης, όπου ζει κι εργάζεται, μπροστά στον καθεδρικό ναό.
«Ήταν μια από τις πιο αισθητικές και όμορφες πολεμικές Τέχνες που είχα δει ποτέ και κυριολεκτικά 'κόλλησα'», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, από τη Σαμοθράκη ο 37χρονος Σπύρος.
«Γρήγορα κατανόησα ότι, όσο ψάχνεις και ασχολείσαι με την Τέχνη αυτή, όλο και κάτι καινούργιο ανακαλύπτεις. Η Καποέιρα, που παίζεται σε κύκλο, σύμβολο αν θέλετε του μικρόκοσμου της κοινωνίας μας, είναι μια άφθονη πηγή δημιουργικότητας, μια αρχή χωρίς τέλος, όπως έχει πει ο Μέστρε Παστίνια», προσθέτει.
Η Καποέιρα, όπως μας λέει ο ομογενής λάτρης της, ξεκίνησε πριν από περίπου 500 χρόνια, με την αρχή της δουλείας και τη μεταφορά σκλάβων από την Αφρική στη Νότια Αμερική. Μέχρι τη δεκαετία του '30 παιζόταν μόνο σε δρόμους και στα γκέτο της Βραζιλίας, από σκλάβους και άτομα, που ήταν κατά της δουλείας και του συστήματος, γενικότερα. Μετά το ΄30, ο Μέστρε (δάσκαλος) Μπίμπα (Bimba) και αργότερα ο Μέστρε Παστήνια (Pastinha), κι ενώ ήταν ακόμη απαγορευμένη, άνοιξαν τις πρώτες σχολές στην Μπάια (Bahia), στη βόρεια Βραζιλία. Λίγο αργότερα η Καποέιρα νομιμοποιήθηκε.
«Μεγάλη αίγλη γνώρισε στη Βραζιλία τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60. Σε όλο τον κόσμο άρχισε να εξαπλώνεται από τα τέλη του ΄70, ξεκινώντας από βόρεια Αμερική και λίγο αργότερα στην Ευρώπη. Τώρα, εξασκείται σε όλη την υφήλιο», λέει ο Σπύρος Μαυρίδης, επισημαίνοντας ότι η Καποέιρα είναι μια από τις ποιο ανερχόμενες πολεμικές Τέχνες. «Εξαπλώνεται, στις μέρες μας, με αρκετά γρήγορους ρυθμούς, καθώς συνδυάζει και ενώνει διάφορες Τέχνες. Το φάσμα σε ηλικίες και ομάδες που συγκινεί είναι πολύ μεγάλο, από 15 μέχρι και 40 ετών. Όλοι αυτοί μπορούν να βρουν στην Καποέιρα κάτι που τους αρέσει, από ακροβατικά, χορό, μάχη, γυμναστική, σωματική διάπλαση, μέχρι κατανόηση και εκμάθηση μουσικής, ρυθμού, τραγουδιού και ιστορίας της αφρο-βραζιλιάνικης κουλτούρας», επισημαίνει.
Αφορμή για την επιλογή της Σαμοθράκης για το Καποέιρα Κάμπινγκ, που άρχισε τελείως περιστασιακά, ήταν ένας φίλος του Σπύρου από το νησί, ο οποίος γνώρισε το Lua Rasta, έναν από τους μεγαλύτερους της εποχής Μέστρε της Καποέιρα.
«Το πρώτο Καποέιρα Κάμπινγκ το διοργανώσαμε το 2007, έχοντας κοντά μας τον Μέστρε Λούα Ράστα (Lua Rasta), ο οποίος βρισκόταν σε περιοδεία στην Ευρώπη. Η συμμετοχή τον πρώτο χρόνο ήταν γύρω στα 35 άτομα, μια μεγάλη παρέα δηλαδή. Η Σαμοθράκη αποδείχτηκε, τελικά, ένα τέλειο μέρος για αυτή την ιδέα. O ίδιος ο Λούα Ράστα έμεινε άφωνος από την ομορφιά και την ενέργεια του νησιού. Κάτι που νιώσαμε και όλοι εμείς από τις προπονήσεις διπλά στη θάλασσα, τη φιλοσοφία της Καποέιρα, τα μαθήματα μουσικής στους καταρράκτες του βουνού… Κανείς δεν φανταζόταν ότι θα ζούσαμε μια τέτοια εμπειρία. Ο ίδιος ο Λούα Ράστα πρότεινε να έρθει πάλι την επόμενη χρονιά, εάν το οργανώναμε ξανά και έτσι έγινε. Την τρίτη χρονιά ο Λούα Ράστα δεν μπόρεσε να έρθει στην Ευρώπη, αλλά διαδίδοντας την εμπειρία του για τη Σαμοθράκη, άρχισε αυτή να γίνεται γνωστή. Έτσι μπόρεσα να πείσω τον Μέστρε Καμαλέαο (Camaleao) και άλλους δυο δασκάλους», μας εξηγεί ο 37χρονος Σπύρος.
Για το πώς προλαβαίνει να συνδυάζει την επαγγελματική του ενασχόληση με τη μεγάλη του αυτή αγάπη, ο Σπύρος δηλώνει ότι δεν ξεχωρίζει την Καποέιρα από τη δουλειά, τα ταξίδια, τη βραδινή έξοδο, τις διακοπές. «Η Καποέιρα είναι για μένα το παν, από τη στιγμή που θα ξυπνήσω μέχρι που θα πέσω για ύπνο. Έχει γίνει, πλέον, φιλοσοφία ζωής. Δύο με τέσσερεις φόρες την εβδομάδα, μετά τη δουλειά, πηγαίνω για προπόνηση είτε στη σχολή, είτε μόνος. Από το 2008, κάθε μήνα παίρνω μέρος σε σεμινάρια Καποέιρα, διάρκειας τριών ημερών, σε κάποια ευρωπαϊκή πόλη. Χωρίς τη δουλειά, βέβαια, η οποία μου δίνει την ανάλογη οικονομική δυνατότητα, δεν θα μπορούσα να ακολουθήσω και να εμβαθύνω σε αυτή τη μαγευτική Τέχνη, η οποία είναι και φυσική άμυνα κατά του στρες και της ρουτίνας», μας εξομολογείται.
Στη Γερμανία, και ευρύτερα στο εξωτερικό, η Καποέιρα, είναι περισσότερο γνωστή. Ο Σπύρος Μαυρίδης θυμάται ότι στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα, ως Καποεϊρίστας, υπήρχε μόνο μια σχολή, στην Αθήνα.
«Αυτή τη στιγμή πρέπει να υπάρχουν πάνω από δέκα. Σήμερα, η Καποέιρα έχει εξαπλωθεί στη Ελλάδα, υπάρχουν σχολές από Αλεξανδρούπολη μέχρι την Κρήτη, στα Ιωάννινα, το Βόλο, την Πάτρα, τη Ρόδο», επισημαίνει.
Στην Ευρώπη, η Καποέιρα άρχισε να εξαπλώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80 και σήμερα οι λάτρεις της Τέχνης αυτής έχουν τη δυνατότητα να επισκεφθούν, κάθε Σαββατοκύριακο, κάποιο σεμινάριο στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Πορτογαλία κ.ά. Ενδεικτικά για τη Γερμανία, ο Σπύρος αναφέρει ότι ήδη πολλά γερμανικά σχολεία προσφέρουν μαθήματα Καποέιρα, ως εναλλακτική λύση, στο μάθημα της φυσικής αγωγής. Το ίδιο γίνεται και σε κάποια σχολεία στη Γαλλία.
«Παραδίδονται μαθήματα Καποέιρα ως 'social project' (κοινωνικό πρόγραμμα) στα γκέτο των μεγάλων πόλεων, που χρηματοδοτούνται από τις τοπικές Αρχές. Κάτι τέτοιο δεν έχω ακούσει να γίνεται στην Ελλάδα -μέχρι σήμερα τουλάχιστον- αλλά πιστεύω ότι εάν συνεχιστεί να εξαπλώνεται με αυτούς τους ρυθμούς (η Καποέιρα), θα είναι η φυσική εξέλιξη και εδώ. Το εύχομαι ολόψυχα», καταλήγει ο Σπύρος Μαυρίδης.
Διαμαντένια Ριμπά